Ασφαλιστικές δικλείδες υπέρ των πολιτών ως προς την πρόσβαση στο ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ:
το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο συμφωνούν
Η πρόσβαση ενός ατόμου στο Διαδίκτυο μπορεί να περιοριστεί, εάν κριθεί αναγκαίο και αναλόγως προς το παράπτωμα, μόνο μέσω μίας αμερόληπτης διαδικασίας που θα περιλαμβάνει και το δικαίωμα του ατόμου να εκθέσει τα επιχειρήματά του. Το ζήτημα αυτό ήταν το τελευταίο που χώριζε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από το Συμβούλιο Υπουργών της ΕΕ και ως εκ τούτου η μεταξύ τους διαβούλευση για το σύνολο των νομοθετικών ρυθμίσεων σχετικά με τις τηλεπικοινωνίες οδηγιών κατέληξε θετικά.
Οι δύο πλευρές είχαν ήδη συμφωνήσει από τον Μάιο 2009 ότι το Διαδίκτυο είναι απαραίτητο για την άσκηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων της εκπαίδευσης, της ελευθερίας της έκφρασης και της πρόσβασης στην πληροφόρηση. Συνεπώς, οι ευρωβουλευτές επέμειναν κατά την τελευταία τους συνεδρίαση με τους εκπροσώπους του Συμβουλίου να υπάρξουν οι κατάλληλες δικλείδες ασφαλείας υπέρ των πολιτών που χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο. Οι ρυθμίσεις θα έπρεπε να είναι σύμφωνες ως προς την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών ως προς την παροχή πραγματικής νομικής προστασίας και εφαρμογής των ορθών διαδικασιών.
Οι περιορισμοί λοιπόν στην πρόσβαση στο Διαδίκτυο ενός ατόμου "θα επιβάλλονται μόνο εάν είναι οι απαραίτητοι, οι ενδεδειγμένοι σε μια δημοκρατική κοινωνία και δεν είναι δυσανάλογοι με το παράπτωμα". Τα μέτρα θα λαμβάνονται μόνο "στο πλαίσιο του σεβασμού του τεκμηρίου της αθωότητας και του δικαιώματος στην ιδιωτική σφαίρα" και ως αποτέλεσμα "μιας προηγούμενης, δίκαιης και αμερόληπτης διαδικασίας" που θα εξασφαλίζει "το δικαίωμα ακρόασης (....) και το δικαίωμα σε μια ουσιαστική και έγκαιρη δικαστική διαδικασία" αναφέρει το συμβιβαστικό κείμενο για την οδηγία πλαίσιο πάνω στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. "Σε κατάλληλα αιτιολογημένες περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης" μπορούν να γίνουν οι δέουσες ρυθμίσεις στο πλαίσιο πάντα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Στο μέλλον, οι χρήστες του Διαδικτύου θα μπορούν να αναφέρονται στις διατάξεις αυτές όταν προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη εναντίον μιας απόφασης ενός κράτους μέλους που τους εμποδίζει την πρόσβαση στο Διαδίκτυο.
Η αντιπροσωπεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενέκρινε το κοινό κείμενο ομόφωνα. Ο τελικός συμβιβασμός όμως θα πρέπει να εγκριθεί τόσο από την Ολομέλεια του Κοινοβουλίου όσο και του Συμβουλίου Υπουργών.
Δικαίωση του Κοινοβουλίου
Η αρχική πρόταση της Επιτροπής δεν προέβλεπε ασφαλιστικές δικλείδες εναντίον του καταχρηστικού περιορισμού της πρόσβασης ενός ατόμου στο Διαδίκτυο. Ούτε και η κοινή θέση του Συμβουλίου. Εντούτοις το Κοινοβούλιο υπέβαλε δύο φορές την τροπολογία με την οποία ζητούσε από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές να προστατεύσουν τα συμφέροντα των πολιτών της Ένωσης μεταξύ άλλων "με την εφαρμογή της αρχής ότι δεν θα επιβάλλεται κανένας περιορισμός στα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες του κάθε χρήστη χωρίς δικαστική απόφαση (σύμφωνα με το άρθρο 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ σχετικά με την ελευθερία έκφρασης και ενημέρωσης), εκτός από τις περιπτώσεις που απειλείται η δημόσια ασφάλεια οπότε η απόφαση μπορεί να έπεται του περιορισμού".
Δύο φορές το Συμβούλιο απέρριψε αυτή την τροπολογία καθιστώντας έτσι αναπόφευκτη την προσφυγή στη διαδικασία συνδιαλλαγής, η οποία αποτελεί την τρίτη και τελική φάση της νομοθετικής διαδικασίας στην ΕΕ. Σοβαρές αμφιβολίες είχαν προκύψει ως προς τη νομική ορθότητα της τροπολογίας καθώς φαινόταν να υπερβαίνει τις αρμοδιότητες της Ένωσης στον τομέα. Η διατύπωση αυτή θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι θα απαιτούσε μια εναρμόνιση των δικαστικών συστημάτων των κρατών μελών, κάτι που ξεπερνάει τα όρια του πεδίου των αρμοδιοτήτων της ΕΕ σύμφωνα με τη νομική βάση του άρθρου 95 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα σχετικά με τα μέτρα εναρμόνισης της εσωτερικής αγοράς. Συνεπώς, εάν είχε εγκριθεί ως είχε η τροπολογία του Κοινοβουλίου, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα μπορούσε αργότερα να ακυρώσει τη σχετική οδηγία.
Προϊστορία
Στις 26 Οκτωβρίου το Συμβούλιο επικύρωσε τη συμφωνία που είχε επιτευχθεί τον Μάιο μεταξύ των εκπροσώπων των δύο θεσμικών οργάνων σχετικά με τις δύο άλλες βασικές συνιστώσες της δέσμης ρυθμίσεων για τις τηλεπικοινωνίες. Η μία αφορούσε την οδηγία για τη σύσταση ενός νέου ευρωπαϊκού οργανισμού για τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των εθνικών ρυθμιστικών αρχών των κρατών μελών και η άλλη την ενίσχυση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, επιτρέποντας για παράδειγμα στους συνδρομητές μιας εταιρείας κινητής τηλεφωνίας να μεταφέρουν τον αριθμό τους σε μία άλλη εντός μιας εργάσιμης ημέρας ή καθιερώνοντας την υποχρέωση να ζητείται η συγκατάθεση του χρήστη πριν από την εγκατάσταση διαφόρων "cookies" στον υπολογιστή του.
Επόμενα βήματα
Η τρίτη ανάγνωση του Κοινοβουλίου έχει προγραμματιστεί για την Ολομέλεια αυτού του μήνα στο Στρασβούργο (23-26 Νοεμβρίου). Στο στάδιο αυτό, τόσο το Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο μπορούν να εγκρίνουν ή να απορρίψουν το συμφωνηθέν κείμενο στο σύνολό του χωρίς περαιτέρω τροπολογίες. Για να εγκριθεί στο Κοινοβούλιο απαιτείται απλή πλειοψηφία, ενώ το Συμβούλιο θα αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία.
Αν ένα από τα δυο όργανα απορρίψει το προταθέν κείμενο, η σχετική οδηγία δεν θα υιοθετηθεί. Στην περίπτωση αυτή η διαδικασία μπορεί να επαναληφθεί μόνο με την υποβολή μιας νέας νομοθετικής πρότασης από την Επιτροπή.